ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΣΕ ΕΝΗΛΙΚΑ ΤΕΚΝΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗΣ ΤΟΥΣ ΘΗΤΕΙΑΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΟ ΠΕΡΑΣ ΑΥΤΗΣ ΛΟΓΩ ΕΛΛΙΠΟΥΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ

Αγγελική Κουκούλη

Δικηγόρος

Επί εφέσεως αντιδίκου μας κατά πρωτόδικης αποφάσεως, η οποία μετά από επιτυχή χειρισμό του γραφείου μας, επιδίκασε σε δύο ενήλικα τέκνα διατροφή ύψους 550 ευρώ σε έκαστο εξ αυτών, έγινε δεκτό από το Εφετείο Αθηνών ότι κατά το επίδικο διάστημα και παρά την ενηλικότητα τους τα δύο προαναφερόμενα τέκνα, παρότι ενήλικα, δικαιούνται διατροφής από τον εγκαλούντα πατέρα τους, διότι «δεν ήταν σε θέση να αναζητήσουν εργασία, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, προκειμένου να έχουν και δικά τους, έστω μειωμένα εισοδήματα και με τον τρόπο αυτό να ενισχύσουν την οικονομική τους κατάσταση και να απαλλάξουν, εν μέρει τουλάχιστον , τους γονείς τους από τη σχετική τους ως άνω υποχρέωση, καθώς ο πρώτος αυτός ήταν μέχρι πρόσφατα ανήλικος, ενώ ήδη κατά το έτος 2017 ξεκίνησε τη στρατιωτική του θητεία, ενώ ο δεύτερος αυτών ήταν ήδη στρατευμένος και μετά την πρόσφατη απόλυσή του καταβάλλει προσπάθειες ανεύρεσης εργασίας, ωστόσο, δεν έχει ακόμη την κατάλληλη επαγγελματική εμπειρία και εκπαίδευση, όπως προαναφέρθηκε, και θα χρειαστεί για το επίδικο χρονικό διάστημα τη συνδρομή των οικονομικών δυνάμεων των γονέων αυτού».

Κατωτέρω παρατίθεται το αιτιολογικό της σχετικής αποφάσεως:

Διαβάστε την απόφαση

Εφετείο Αθηνών

Τμήμα 9ο Οικογενειακό

Aριθμός απόφασης: 2750/2018

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Το άρθρο 528 του Κ.Πολ.Δ., όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 44 παρ. 2 του Ν. 3.994/2011, ορίζει ότι «Αν ασκηθεί έφεση από διάδικο που δικάσθηκε ερήμην, η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, ανεξάρτητα από την διαδικασία που τηρήθηκε. Ο εκκαλών δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει πρωτοδίκως». Σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη, με την οποία ρυθμίζονται τα αποτελέσματα της εφέσεως κατά της αποφάσεως, που εκδόθηκε ερήμην του εκκαλούντος, η έκταση της εξαφάνισης της εκκαλούμενης απόφασης και η αναδίκαση της υπόθεσης, οριοθετείται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, χωρίς έρευνα της βασιμότητάς τους. Εξαφανίζεται, δηλαδή, η εκκαλουμένη σε τόση έκταση, όσο απαιτείται για να θεωρηθούν παραδεκτοί οι ισχυρισμοί του εκκαλούντος, που ερημοδικάστηκε στον πρώτο βαθμό. Έτσι, αν ο εναγόμενος, που δικάστηκε πρωτοδίκως ερήμην, προβάλλει ως λόγο έφεσης άρνηση των αγωγικών ισχυρισμών ή εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς τη βάση της αγωγής, η εκκαλούμενη απόφαση εξαφανίζεται αναγκαίως σε όλη της την έκταση, ανεξαρτήτως αν αυτή εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία ή κατά τις ειδικές διαδικασίες ή τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας. Μετά την εξαφάνιση της απόφασης χωρεί ενώπιον του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου νέα συζήτηση της υποθέσεως, κατά την οποία αναδικάζεται η υπόθεση και ο εκκαλών μπορεί να προτείνει όλους τους πραγματικούς ισχυρισμούς, τους οποίους και πρωτοδίκως είχε δικαίωμα να προτείνει, χωρίς να υπόκειται στους περιορισμούς του άρθρου 527 ΚΠολΔικ (βλ.σχ. ΑΠ 907/2014 , ΑΠ  93/2013,  Α.Π. 280/2012 δημ. όλες στην Τ.Ν.Π. «Νόμος»). Το εφετείο κρατώντας την υπόθεση και δικάζοντας την ουσία καθίσταται αρμόδιο να ερευνήσει προς οριστική διάγνωση της διαφοράς όλα τα ζητήματα που υποβλήθηκαν πρωτοδίκως, αφού στην περίπτωση αυτή μετατρέπεται ουσιαστικά σε πρωτοβάθμιο δικαστήριο (ΑΠ 1075/2013 Τ.Ν.Π. «Νόμος», Α.Π 394/2011 Χρ.Ι Δ. 2012.55, Εφ Δυτ. Μακ. 28/2016 και 39/2015, Εφ. Πειρ. 332/2015, Εφ Θρ. 64/2015, Εφ Πατρ. 91/2015, Εφ. Αθ. 3706/2015 δημ. όλες στην Τ.Ν.Π. «Νόμος» και Μαργαρίτη Μιχ. Ερμηνεία Κ.Πολ.Δ. τόμος Ι, υπό άρθρο 528 σελ. 954). Στην προκείμενη περίπτωση, η υπό κρίση από 3-7-2017 (με αριθμό κατάθεσης στο πρωτοβάθμιο και στο παρόν Δικαστήριο ……… και …………, αντίστοιχα) έφεση του εναγομένου και ήδη εκκαλούντος κατά της εκδοθείσας ερήμην του, κατά την ειδική διαδικασία του άρθρου 681 Β Κ.Πολ.Δ. των διαφορών, που αφορούν διατροφή και επιμέλεια τέκνων, με αριθμό 516/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή η από 1-9-2015 αγωγή των εναγόντων, έχει ασκηθεί νομότυπα με την κατάθεση του δικογράφου στη γραμματεία του εκδόσαντος την εκκαλουμένη απόφαση δικαστηρίου και εμπρόθεσμα, αφού η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε στον εκκαλούντα στις 22-6-2017 (βλ. σχ. επισημείωση επί του σώματος της απόφασης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών ……………) και η έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του δικαστηρίου που την εξέδωσε στις 10-7-2017, ήτοι εντός της 30ήμερης προθεσμίας του άρθρου 518 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.

          Επομένως, η ανωτέρω έφεση έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα και φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου, για το παραδεκτό της οποίας δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου από τον εκκαλούντα, σύμφωνα με την παράγραφο 3 εδ. τελευταίο του άρθρου 495 Κ.Πολ.Δ., όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο τρίτο του Άρθρου 1 του Ν.4335/2015 σε συνδ. με το άρθρο 592 αρ. 1 και 3 Κ.Πολ.Δ., πρέπει να γίνει τυπικά αλλά και στην ουσία της δεκτή (άρθρ.528  παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.) και να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση μέσα στα όρια που καθορίζονται από αυτήν (έφεση). Στη συνέχεια, πρέπει, να κρατηθεί και δικαστεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο (αρθ. 535 παρ. 1 ΚΠολΔ) και να ερευνηθεί η ένδικη αγωγή ως προς τη νομική και ουσιαστική της βασιμότητα, κατά την ίδια ειδική διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (αρθρο 533 Κ.Πολ.Δ.).

          Με την από 1-9-2015 αγωγή τους, οι δεύτερος και τρίτος των εναγόντων και ήδη εφεσίβλητοι (η ενάγουσα νομότυπα παραιτήθηκε από το δικόγραφο της αγωγής με δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου της που καταχωρήθηκε στα πρακτικά του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και συνεπώς ως προς την ίδια η αγωγή θεωρείται πως δεν ασκήθηκε, άρθρ. 295 παρ. 1 και 297 ΚΠολΔ), ισχυρίσθηκαν ότι τυγχάνουν ήδη ενήλικα φυσικά τέκνα του εναγομένου και ότι δεν είναι σε θέση οι ίδιοι να αυτοδιατραφούν από την περιουσία τους ή από εργασία κατάλληλη για την ηλικία τους, ενόψει των αναγκών της εκτέλεσης των στρατιωτικών τους καθηκόντων και της τεχνικής τους εκπαίδευσης, αντίστοιχα, καθώς δεν μπορούν να μετέλθουν για τους ως άνω λόγους κατάλληλη εργασία, ζήτησαν δε, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλλει μηνιαία διατροφή σε χρήμα και ειδικότερα στην αρχή κάθε μήνα με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση καταβολής κάθε δόσης, το ποσό των 780 ευρώ για τον δεύτερο των εναγόντων και το ποσό των 770 ευρώ για τον τρίτο των εναγόντων, οι οποίοι αδυνατούν να διαθρέψουν τον εαυτό τους, με το νόμιμο τόκο από την επόμενη της επίδοσης της υπό κρίση αγωγής και για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επίδοσή της.

          Επί της αγωγής αυτής, εκδόθηκε η εκκαλουμένη με αριθ. 516/2017 οριστική, ερήμην του εναγομένου, απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία, αφού έκρινε νόμιμη την ένδικη αγωγή, στη συνέχεια δέχθηκε εν μέρει αυτή από ουσιαστική άποψη και υποχρέωσε τον εναγόμενο να προκαταβάλλει εντός του πρώτου τριημέρου κάθε μήνα, σε κάθε ενάγοντα, ως διατροφή το ποσό των 550 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση καταβολής κάθε μηνιαίας δόσης μέχρι την εξόφληση και για χρονικό διάστημα δύο ετών. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών για τους λόγους που περιέχονται στην υπό κρίση έφεσή του, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητώντας να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, έτσι ώστε να απορριφθεί η ένδικη αγωγή, άλλως να γίνει εν μέρει δεκτή και μόνο αναφορικά με το διάστημα ανηλικότητας του δεύτερου των εναγόντων.

           Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1486 Α.Κ., όπως αυτό ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το νόμο 1329/1983, δικαίωμα διατροφής από τους γονείς του έχει, εκτός από το ανήλικο και το ενήλικο τέκνο, εφ’ όσον το τελευταίο δεν μπορεί να διατρέφει τον εαυτό του από την περιουσία του ή από εργασία κατάλληλη για την ηλικία του, την κατάσταση της υγείας του και τις λοιπές βιοτικές του συνθήκες, ενόψει και των τυχόν αναγκών της εκπαιδεύσεώς του (βλ.σχ. Α.Π. 953/2015 Τ.Ν.Π. «Νόμος», Α.Π. 118/2008 Τ.Ν.Π. «Νόμος», Α.Π. 396/2001 Ελλ.Δνη 43 (2002). 113, Εφ Πατρ. 242/2002 ΑχαΝομ. 2003.194). Η διατροφή αυτή, σύμφωνα με το άρθρο 1493 Α.Κ., περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση του δικαιούχου και επί πλέον τα έξοδα για την ανατροφή, καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευσή του. Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι στην ανάλογη διατροφή ενός ενηλίκου τέκνου, που στερείται επαρκών περιουσιακών προσόντων και δεν έχει ακόμα υποχρέωση να εργασθεί, γιατί έχει την πρόθεση να σπουδάσει, περιλαμβάνεται όχι μόνο η δαπάνη για τροφή, στέγαση και κάθε άλλο απαραίτητο για την επιβίωσή του, αλλά και η δαπάνη για την επαγγελματική του εκπαίδευση, θεωρητική ή τεχνική, οποιασδήποτε βαθμίδας, περιλαμβανομένης και της πανεπιστημιακής (βλ. σχ. Α.Π. 953/2015 όπ. παρ., Α.Π. 884/2003 Ελλ.Δνη  45 (2004). 117, Α.Π. 212/1999 Ελλ.Δνη 40 (1999). 1043). Επομένως για τον καθορισμό των αναγκών διατροφής λαμβάνονται υπόψη οι πραγματικές ανάγκες, οι από τις συνθήκες της ζωής προκύπτουσες, όπως πραγματικά υφίστανται κατά το χρόνο συζήτησης της αγωγής και όχι οι επιθυμίες ή οι συνήθειες ή οι ιδιορρυθμίες του τρόπου ζωής του δικαιούχου. Λαμβάνονται δηλαδή υπόψη οι ενεστώσες ανάγκες και όχι οι μελλοντικές, εκτός αν μπορεί με βεβαιότητα να γίνει πρόβλεψη γι’ αυτές. Έτσι, το ενήλικο τέκνο που σπουδάζει σε ανώτερη ή ανώτατη σχολή έχει διατροφική αξίωση έναντι των γονέων του, εφόσον δεν έχει περιουσία, ενώ υποχρέωση εργασίας του δεν υπάρχει, εφόσον η ιδιότητά του αυτή αποκλείει την εργασιακή του απασχόληση, η οποία αποτελεί εμπόδιο στην επιτυχή αντιμετώπιση των σπουδών του (βλ.σχ. Α.Π. 828/2015 Τ.Ν.Π. «Νόμος»). Προϋπόθεση επομένως της διατροφικής  αξίωσης, είναι η αδυναμία του δικαιούχου προς εξασφάλιση διατροφής ανάλογης με τις συνθήκες της ζωής του, δηλαδή ανικανότητά του προς κάλυψη από τον ίδιο των βιοτικών του αναγκών και τούτο γιατί υπάρχει αδυναμία διατροφής από την περιουσία του, είτε γιατί είναι ασήμαντη είτε γιατί είναι απρόσοδη είτε γιατί δεν μπορεί να ρευστοποιηθεί,  ή από εργασία  η οποία να είναι όμως κατάλληλη για την ηλικία του, δηλαδή εκείνη που προσαρμόζεται στις σωματικές του δυνάμεις, την κατάσταση της υγείας του, τις βιοτικές συνθήκες (διάφορες υποχρεώσεις, μεταξύ των οποίων και εκείνη της στρατεύσεώς του ) σε σχέση και με τις ανάγκες της εκπαίδευσης που υπάρχουν και η κάλυψη των οποίων αποκλείει κάθε μορφής εργασίας ή απασχόλησης. Κρίσιμος χρόνος κατά τον οποίο πρέπει να υπάρχει η απορία, είναι εκείνος κατά τον οποίο ζητείται η διατροφή και να υφίσταται εξακολουθητικώς για όλο το χρονικό διάστημα που αφορά αυτή (διατροφή). Η διατροφή αυτή του τέκνου βαρύνει και τους δύο γονείς από κοινού, καθέναν όμως ανάλογα με τις δυνάμεις του και μάλιστα όχι μόνον όταν υφίσταται ο γάμος των γονέων του αλλά και μετά τη λύση αυτού (βλ.σχ. Εφ. Αθ.7575/2002 Ελλ.Δνη 2003.519). Επομένως, αν το ενήλικο τέκνο που δικαιούται διατροφής εγείρει αγωγή κατά του ενός γονέα, μπορεί αυτός, δηλαδή ο εναγόμενος γονέας να επικαλεσθεί, κατ’ ένσταση, σύμφωνα με το άρθρο 262 ΚΠολΔ, ότι και ο άλλος γονέας έχει την οικονομική δυνατότητα, σε σχέση με τη δική του και σε συνδυασμό με τις λοιπές υποχρεώσεις του, να καλύψει μέρος της ανάλογης διατροφής του τέκνου, οπότε, με την απόδειξη της ενστάσεως αυτής, που δεν λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως, περιορίζεται η υποχρέωση του εναγομένου γονέα για τη διατροφή του τέκνου του κατά το ποσό που αντιστοιχεί στην οικονομική δυνατότητα και στη , με βάση αυτή, υποχρέωση συνεισφοράς του άλλου γονέα ( βλ.σχ. ΑΠ 884/2003 Α’ Δημοσιέυση Νόμος, Εφ. Θεσ.1993/2003 Αρμ. 2004.357). Για το παραδεκτό και ορισμένο της ένστασης αυτής πρέπει, αφενός αυτή να προταθεί έως το τέλος της πρώτης συζήτησης στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφετέρου να εκτίθενται οι πρόσφορες για την παροχή διατροφής δυνάμεις του γονέα που δεν έχει εναχθεί (βλ.σχ. ΕφΑθ 4291/1999 ΕλλΔνη 42 (2001).1368) οι οικονομικές δυνάμεις του ενισταμένου γονέα, η δικαιούμενη ανάλογη διατροφή του ενηλίκου τέκνου και το ποσό απ’ αυτήν (ανάλογη διατροφή) που αντιστοιχεί στην οικονομική δυνατότητα του άλλου γονέα, κατά το οποίο με την ένσταση συνεισφοράς διώκεται  ο περιορισμός της υποχρεώσεως του εναγομένου-ενισταμένου γονέα για τη διατροφή του τέκνου του. Έτσι, το δικαστήριο δεν υποχρεούται αυτεπάγγελτα να ερευνήσει τις οικονομικές δυνάμεις και της μητέρας του τέκνου, προκειμένου να προβεί σε επιμερισμό της υποχρεώσεως διατροφής του μεταξύ των δύο γονέων του ,ώστε να περιορίσει την υποχρέωση του εναγομένου για την ανάλογη διατροφή του τέκνου του, κατά το ποσό που τυχόν αντιστοιχεί στις οικονομικές δυνάμεις της μητέρας του (βλ.σχ. Α.Π. 804/1994 ΕλλΔνη 37 (1996).98 Εφ.Θεσ. 1993/2003 όπ. παρ. και ΕφΑθ 4291/1999  ό.π.). Επίσης, διατροφική αξίωση του ενηλίκου τέκνου πρέπει να αναγνωρίζεται και μετά το πέρας των σπουδών του, εφόσον καθίσταται αδύνατη η εξέυρεση κατάλληλης εργασίας (βλ.σχ. Βαθρακοκοίλη Β. Το Νέο Οικογενειακό Δίκαιο, 2000, έκδ. Β’, υπό άρθρο 1486, παρ. 11, σελ. 714 και υπό άρθρο 1493, παρ. 7, σελ. 759).

          Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων της μάρτυρος απόδειξης, που εξετάσθηκε ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημοσίας συνεδριάσεως, των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, που εξετάσθηκαν ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου και από το σύνολο των εγγράφων, που προσκομίζονται νόμιμα και με επίκληση από τους διαδίκους, άλλα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρο 339 σε συνδ. με άρθρο 395 και 591 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), μερικών μάλιστα των ως άνω εγγράφων γίνεται ειδικότερη μνεία κατωτέρω χωρίς να παραγνωρίζεται η αποδεικτική δύναμη των λοιπών (βλ. πρβλ. ΟλΑΠ 848/1981 ΝοΒ 30.441 και, ΕφΘεσ 1271/2012 Αρμ 2014.603, ΕφΠειρ 418/2000 ΠειρΝομολ 2000.323), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα : Από το νόμιμο θρησκευτικό γάμο του εναγομένου με την ……….., που τελέσθηκε στις ………… στον Ασπρόπυργο Αττικής, γεννήθηκαν οι ενάγοντες στις 21-4-1997 και στις 28-9-1998, αντίστοιχα. Οι ως άνω έχουν ήδη προχωρήσει σε λύση του γάμου τους με συναινετικό διαζύγιο από το έτος 2012, ενώ με το από 15-7-2009 ιδιωτικό συμφωνητικό που είχε υπογραφεί μεταξύ των παραπάνω ο εναγόμενος είχε αναλάβει την υποχρέωση να καταβάλλει στην πρώην σύζυγό του, η οποία είχε την επιμέλεια των τότε ανηλίκων τέκνων τους, το συνολικό ποσό των 2.300 ευρώ μηνιαίως. Ωστόσο, ο εναγόμενος από το επόμενο ήδη έτος σταμάτησε να καταβάλλει το ως άνω συμφωνηθέν ποσό και η μητέρα των ανηλίκων τότε εναγόντων προέβη σε κατάθεση αίτησης ασφαλιστικών μέτρων σε άσκηση αγωγής διατροφής, επί των οποίων εκδόθηκαν δικαστικές αποφάσεις, στις οποίες ο εναγόμενος δεν συμμορφώθηκε εκουσίως. Εξάλλου, από τα ίδια αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι, ο εναγόμενος διατηρεί επιχείρηση-συνεργείο και πλυντήριο οχημάτων σε ιδιόκτητο οίκημα ….. τ.μ. στον Ασπρόπυργο Αττικής, από το οποίο στο παρελθόν αποκόμιζε σημαντικά μηνιαία εισοδήματα. Ήδη, λόγω της οικονομικης κρίσης, έχει μεν επέλθει μείωση του κύκλου εργασιών του συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια, πλην όμως σε καμία περίπτωση, δεν μπορεί να οδηγήσει και στο συμπέρασμα ότι ο εναγόμενος έχει μηνιαίο εισόδημα από την επιχείρησή του μόνο το ποσό των 500 ευρώ, όπως ισχυρίζεται ο ίδιος. Άλλωστε, αποδείχθηκε ότι διαμένει μόνιμα στη Χαλκίδα με τη νέα του σύζυγο και πραγματοποιεί το δρομολόγιο   Ασπρόπυργος –Χαλκίδα ημερησίως, προκειμένου να μεταβαίνει στην εργασία του. Συνεπώς , από την ως άνω επαγγελματική του δραστηριότητα προέκυψε ότι ο εναγόμενος αποκερδαίνει, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, εισοδήματα ύψους περίπου 2.000 μηνιαίως. Επίσης, αποδείχθηκε ότι, βρίσκεται σε οικονομική δυσχέρεια να πληρώσει τις ασφαλιστικές του εισφορές και ότι έχει προβεί σε ρύθμιση χρεών προς τη Δ.Ο.Υ. Ελευσίνας με οφειλόμενο ποσό μηνιαίας δόσης 29,20 ευρώ. Ο ίδιος είναι ψιλός κύριος του ακινήτου, στο οποίο βρίσκεται η ως άνω επιχείρησή του, ενώ έχει και την επικαρπία ενός αγροτεμαχίου επιφανείας ……… τμ, ομοίως στη θέση ……. Ασπροπύργου και είναι κύριος ενός αυτοκινήτου μάρκας ΤΟΥΟΤΑ AURIS, με χρονολογία 1ης άδειας κυκλοφορίας το έτος 2008. Δεν έχει άλλη περιουσία, ούτε εισοδήματα από άλλη πηγή και δεν επιβαρύνεται κατά νόμο με την υποχρέωση διατροφής τρίτων προσώπων, πλην των εναγόντων τέκνων του. Επίσης, δεν επιβαρύνεται με δαπάνες στέγασης, γιατί διαμένει, όπως προαναφέρθηκε, με τη νέα σύζυγό του σε οικία της τελευταίας στη ………Χαλκίδας. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι, η μητέρα των εναγόντων είναι άνεργη και δεν έχει εισόδημα από καμία πηγή. Επίσης, η ίδια έχει την πλήρη κυριότητα μιας διώροφης κατοικίας στον Ασπρόπυργο Αττικής, 170 τ.μ., στην οποία  και διαμένει με τους υιούς της. Τα ως άνω τέκνα είναι ήδη ενήλικα (ο πρώτος αυτών ενηλικιώθηκε μετά την άσκηση της κρινόμενης αγωγής) και ο πρώτος αυτών θα υπηρετήσει από το τρέχον έτος (2017) τη στρατιωτική του θητεία, ενώ ο δεύτερος αυτών την έχει ήδη μόλις ολοκληρώσει, υπηρέτησε από 16-5-2016 έως 16-2-2017, ωστόσο, δεν έχει εισοδήματα από καμία πηγή, καθώς δεν έχει ακόμη την πρακτική κατάρτιση, προκειμένου να εργαστεί σε συνεργείο οχημάτων, τέχνη την οποία γνωρίζει ήδη σε κάποιο βαθμό. Διαμένουν με τη μητέρα αυτών σε ιδιόκτητη οικία της ίδιας, όπως προαναφέρθηκε, και συνεπώς, δεν βαρύνονται με δαπάνες στέγασης, αλλά επιβαρύνονται μόνο με τις λοιπές τρέχουσες λειτουργικές δπαάνες της εν λόγω οικίας. Τέλος, οι ίδιοι στερούνται προσοδοφόρου περιουσίας και λόγω των στρατιωτικών του υποχρεώσεων ο πρώτος αυτών και λόγω της ελλιπούς ακόμη επαγγελματικής κατάρτισης ο δεύτερος αυτών, αδυνατούν  να εργασθούν και να διαθρέψουν τον εαυτό τους. Συνεπώς, έχουν τα εν λόγω τέκνα δικαίωμα διατροφής έναντι των γονέων τους και οι τελευταίοι υποχρέωση διατροφής σ’ αυτά, ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητες ο καθένας εξ αυτών. Με βάση τις ανάγκες των ως άνω τέκνων, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής τους που εκτέθηκαν και περιλαμβάνουν όλα τα αναγκαία για τη διαμονή, τη συντήρηση και τη διατροφή τους, ένδυση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και ψυχαγωγία, το απαιτούμενο ποσό διατροφής τους ανέρχεται για το επίδικο χρονικό διάστημα από την επίδοση της κρινομένης αγωγής στο ποσό των 500 ευρώ το μήνα για κάθε τέκνο. Στο ποσό αυτό συμπεριλαμβάνεται και η δαπάνη ηλεκτροφωτισμού, ύδρευσης και θέρμανσης, και η παροχή της προσωπικής εργασίας και των φροντίδων της μητέρας των τέκνων για την ανατροφή τους, οι οποίες είναι αποτιμητές σε χρήμα.Από το ποσό αυτό ο εναγόμενος πατέρας, με βάση την ανωτέρω οικονομική του δυνατότητα, και την προσωπική του κατάσταση, συσχετιζόμενη με την αντίστοιχη οικονομική δυνατότητα και την προσωπική κατάσταση της μητέρας της, είναι σε θέση να καταβάλει το ποσό των 350 ευρώ για κάθε τέκνο και συνολικά των 700 ευρώ το μήνα, χωρίς να διακινδυνεύσει η δική του διατροφή, απορρίπτομένου ως ουσιαστικά αβασίμου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού του. Κατά το υπόλοιπο ποσό των 300 ευρώ, που απαιτείται για τη διατροφή των τέκνων, συμμετέχει η μητέρα τους με την προσφορά της προσωπικής της εργασίας και απασχόλησης για την περιποίηση και φροντίδα τους, κατά μερική παραδοχή της σχετικής νόμιμης (κατ’ αρθρο 1489 εδ. β’ Α.Κ.) ένστασης συνεισφοράς ως ουσιαστικά βάσιμης. Εξάλλου, αποδείχθηκε ότι, οι ενάγοντες δεν ήταν σε θέση να αναζητήσουν εργασία, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, προκειμένου να έχουν και δικά τους, έστω μειωμένα εισοδήματα και με τον τρόπο αυτό να ενισχύσουν την οικονομική τους κατάσταση και να απαλλάξουν, εν μέρει τουλάχιστον , τους γονείς τους από τη σχετική τους ως άνω υποχρέωση, καθώς ο πρώτος αυτός ήταν μέχρι πρόσφατα ανήλικος, ενώ ήδη κατά το έτος 2017 ξεκίνησε τη στρατιωτική του θητεία, ενώ ο δεύτερος αυτών ήταν ήδη στρατευμένος και μετά την πρόσφατη απόλυσή του καταβάλλει προσπάθειες ανεύρεσης εργασίας, ωστόσο, δεν έχει ακόμη την κατάλληλη επαγγελματική εμπειρία και εκπαίδευση, όπως προαναφέρθηκε, και θα χρειαστεί για το επίδικο χρονικό διάστημα τη συνδρομή των οικονομικών δυνάμεων των γονέων αυτού. Τέλος, ο ενάγων-εκκαλών προβάλει τον ισχυρισμό, ότι η επίδικη αγωγή σε βάρος του ασκήθηκε καταχρηστικώς, για τους λόγους ότι τα τέκνα του αφενός εργάζονται, αφετέρου έχουν επιδείξει μία εντελώς περιφρονητική συμπεριφορά απέναντι του, αρνούνται να έχουν οποιαδήποτε επικοινωνία με αυτόν και τον στέλνουν άνευ λόγου στο αυτόφωρο και πανηγυρίζουν με τον εξευτελισμό που υφίσταται. Ο ισχυρισμός όμως αυτός είναι μη νόμιμος και απορριπτέος, διότι τα επικαλούμενα από τον ενάγοντα, για τη θεμελίωση της ενστάσεως αυτής, πραγματικά περιστατικά και αληθή υποτιθέμενα, δεν αρκούν μόνα τους να περιαγάγουν την άσκηση του δικαιώματος της υπό κρίση αγωγής των εναγόντων, σε προφανή υπέρβαση των ορίων που επιβάλλονται από τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, ούτε μπορούν να καταστήσουν καταχρηστική την άσκηση του ενδίκου δικαιώματός τους, πόσο μάλλον που τα άνω πραγματικά περιστατικά ουδόλως αποδείχθηκαν. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει η αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσία, και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να προκαταβάλλει σε κάθε ενάγοντα το παραπάνω ποσό των 350 ευρώ από την επίδοση της αγωγής και για χρονικό διάστημα δύο ετών.

          Ενόψει των περιστατικών αυτών, που αποδείχθηκαν, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο , που με την εκκαλουμένη απόφαση, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή από ουσιαστική άποψη και υποχρέωσε τον εναγόμενο να προκαταβάλλει εντός του πρώτου τριημέρου κάθε μήνα, σε κάθε ενάγοντα, ως διατροφή το ποσό των 550 ευρώ, έσφαλε κατά την εκτίμηση των αποδείξεων και πρέπει, αφού γίνει δεκτός ο σχετικός λόγος της έφεσης, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση ως προς όλες τις οριστικές της διατάξεις, και το παρόν Δικαστήριο, στο οποίο μεταβιβάζεται η υπόθεση (άρθρο 522 Κ.Πολ.Δ.), αφού κρατήσει και δικάσει την υπό κρίση αγωγή κατ’ ουσίαν (άρθρο 535 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ) να δεχθεί αυτή (την αγωγή) κατά ένα μέρος ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεώσει τον εναγόμενο-εκκαλούντα να καταβάλλει στους δεύτερο και τρίτο ενάγοντες-εφεσίβλητους, δεδομένου ότι ως προς την πρώτη ενάγουσα, λόγω της προαναφερόμενης παραίτησης αυτής, η αγωγή θεωρήθηκε με την εκκαλουμένη ως μη ασκηθείσα, το ποσό των τριακοσίων πενήντα (350) ευρώ στον καθένα, προκαταβλητέο εντός των τριών πρώτων ημερών κάθε μήνα από την επίδοση της αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης μέχρι την εξόφληση και για χρονικό διάστημα δύο ετών, ενώ μέρος των δικαστικών εξόδων των εφεσίβλητων, ανάλογο με την έκταση της νίκης τους, και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας πρέπει, κατόπιν παραδοχής σχετικού αιτήματός τους, που περιέχεται στις έγγραφες προτάσεις τους, να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος που ηττήθηκε, (άρθρα 106, 176, 183, 191 παρ.2 Κ.Πολ.Δ.), όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσας.

Διαβάστε Περισσότερα

Νέα & Ανακοινώσεις

Απόφαση – «βόμβα» για τα αναδρομικά

Απόφαση – «βόμβα» για τα αναδρομικά

Απόφαση - σταθμός του Εφετείου Αθηνών για τους συνταξιούχους. Απόφαση - σταθμός του Εφετείου Αθηνών για τα αναδρομικά συντάξεων ανοίγει το δρόμο για να επιστραφούν οι παράνομες μειώσεις των νόμων 4051 και 4093 σε περίπου 1,5 εκατομμύριο συνταξιούχους που διεκδικούν...

Διαβάστε Περισσότερα
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΣΕ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΣΕ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΣΕ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ Σύμφωνα με το άρθρο 1666 ΑΚ σε δικαστική συμπαράσταση υποβάλλεται ο ενήλικος: 1. Όταν λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής  ή λόγω σωματικής αναπηρίας αδυνατεί εν όλω ή εν μέρει να φροντίζει μόνος για τις υποθέσεις του,...

Διαβάστε Περισσότερα
ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ Η ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΑΓΩΓΗΣ ΛΟΓΩ ΕΚΠΡΟΘΕΣΜΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ ΤΟΥ ΑΓΩΓΙΚΟΥ ΔΙΚΟΓΡΑΦΟΥ ΣΤΗΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗ –ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΒΛΑΒΗ ΛΟΓΩ ΑΔΥΝΑΜΙΑΣ ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΤΗΣ.

ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ Η ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΑΓΩΓΗΣ ΛΟΓΩ ΕΚΠΡΟΘΕΣΜΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ ΤΟΥ ΑΓΩΓΙΚΟΥ ΔΙΚΟΓΡΑΦΟΥ ΣΤΗΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗ –ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΒΛΑΒΗ ΛΟΓΩ ΑΔΥΝΑΜΙΑΣ ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΤΗΣ.

    ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ Η ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΑΓΩΓΗΣ ΛΟΓΩ ΕΚΠΡΟΘΕΣΜΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ ΤΟΥ ΑΓΩΓΙΚΟΥ ΔΙΚΟΓΡΑΦΟΥ ΣΤΗΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗ –ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΒΛΑΒΗ ΛΟΓΩ ΑΔΥΝΑΜΙΑΣ ΠΡΟΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΤΗΣ. Αγγελική Κουκούλη Δικηγόρος  Σε μισθωτική υπόθεση που ανέλαβε το γραφείο μας, απερρίφθη...

Διαβάστε Περισσότερα

ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ

Αγγελική Κουκούλη
& Συνεργάτες 
Μαυροκορδάτου 7
κέντρο Αθήνα.

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Εmail.
aggelikikoukoulilawoffice@gmail.com
Τηλ.
+30 694 749 5383

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

email:
aggelikikoukoulilawoffice@gmail.com
Τηλ.:
+30 694 749 5383
Διεύθ.
Μαυροκορδάτου 7 κέντρο Αθήνα.

Διαβάστε την πολιτική προστσίας δεδομένων

© 2018  koukoulilaw.com